Groundhopping
Δημοσιεύτηκε: Πέμ 02 Ιουν 2011, 14:16
«Groundhopping»: Ενα άγνωστο στους Ελληνες χόμπι... (30/05/2011)
Γυρνώντας τα γήπεδα της χώρας
Είναι καθολικά αποδεκτό ότι η πορεία, από πλευράς θεάματος, που ακολουθεί την τελευταία 20ετία το σύγχρονο ποδόσφαιρο, είναι πτωτική. Και η συγκεκριμένη διαπίστωση, δεν είναι απλά μία αιρετική άποψη, αλλά η πεποίθηση όσων πρόλαβαν να απολαύσουν αυτό το καταπληκτικό παιχνίδι μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Τότε που η μπάλα παιζόταν πάνω-κάτω, που ναι μεν κυριαρχούσαν τα συστήματα και η τακτική, χωρίς όμως να περιορίζουν το θέαμα.
Τότε που ο Ζινεντίν Ζιντάν, ο Ριβάλντο, ο Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο και άλλοι χαρισματικοί άσοι, είχαν την «πολυτέλεια» να κάνουν το κάτι παραπάνω. Μία ενέργεια και πολλές φορές περισσότερες, που καθήλωναν τους απανταχού ποδοσφαιρόφιλους, ανεξάρτητα από πεποιθήσεις. Ίσως οι σύγχρονοι νέοι να μην συμφωνούν με την -αλήθεια είναι- απαισιόδοξη άποψη ότι το ποδόσφαιρο φθίνει, τουλάχιστον σε ότι αφορά στις τέσσερις γραμμές- όμως εκείνοι που είδαν αγώνες, όπως αυτόν της Ιταλίας με την Βραζιλία για το χχχ του 1982 ή εκείνον της Γαλλίας με την Γερμανία για την ίδια διοργάνωση, έχουν διαφορετική άποψη.
Αν προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε την λαοφιλία του ποδοσφαίρου, η οποία παραμένει σε υψηλότατα επίπεδα, μία απάντηση μπορεί να σταθεί με ουσιαστικό νόημα. Το συγκεκριμένο παιχνίδι είναι εξαιρετικά προσιτό σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής διαβάθμισης. Αναλογικά με την οικονομική του κατάσταση, μπορεί να το παρακολουθήσει με την ίδια άνεση, ο μεροκαματιάρης της Χιλής και της Αργεντινής, ο χαμάλης της Αιγύπτου και της Συρίας, αλλά και η ...βασίλισσα Ελισσάβετ. Και η «μαγεία» που ταυτόχρονα αποτελεί και το μυστικό της λαοφιλίας, έγκειται στο γεγονός ότι είτε στο γήπεδο βρίσκονται ...δύο φίλαθλοι (που παρακολουθούν για παράδειγμα τον αγώνα Αχινός-Καραβόμυλος για το Γ` τοπικό της Φθιώτιδας), είτε 100.000 (που βλέπουν τα κλάσικο Μπαρτσελόνα-Ρεάλ και Μπόκα Τζούνιορς-Ρίβερ Πλέιτ) μπορούν να διαμορφώσουν άποψη και να ασκήσουν κριτική. Με την ίδια άνεση και χωρίς κόστος, εκτός από αυτό του ...εισιτηρίου!
Σήμερα, το ποδόσφαιρο, εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από την ταχυδύναμη, την φυσική κατάσταση και την σωματοδομή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Κυριάκος Παπαδόπουλος. Αυτός που σε ηλικία 15 ετών φάνηκε στις εγκαταστάσεις του Ρέντη με εικόνα τουλάχιστον 22χρονου. Γερό κορμί, ανοιχτές πλάτες, "γεμάτα" πόδια. Κι΄όμως αυτό το παιδί είχε μετρημένες συμμετοχές στην πρώτη ομάδα του Ολυμπιακού. Μέχρι που κάποιος τον εντόπισε για λογαριασμό της Σάλκε. Και μετά από ένα χρόνο, ο νεαρός Ελληνας τείνει να γίνει βασικός στην κυπελλούχο Γερμανίας, που παράλληλα έφτασε στα ημιτελικά του τσάμπιονς λιγκ και να μιλά γι΄αυτόν με τα καλύτερα λόγια, ένας από τους «τελευταίους των Μοϊκανών», ο θρυλικός Ραούλ.
Και επειδή ακριβώς το ποδόσφαιρο εξαρτάται από τα προαναφερόμενα προσόντα, έχουν εκλείψει οι «μάγοι» της μπάλας. Λείπουν από τα σημερινά γήπεδα ο Μαραντόνα, ο Ζιντάν, ο Χατζηπαναγής... Και μόλις εμφανισθεί κάποιος που «κάνει την μπάλα κομπολόι» όπως ο Μέσι και ο Κριστιάνο Ρονάλντο, συγκεντρώνουν πάνω τους τα φώτα και τον θαυμασμό, που συνοδεύονται από πολλά εκατομμύρια ευρώ. Και δικαιολογημένα ίσως, ο Πελέ, ο Ζαϊρζίνιο και ο «Βάσια» δυσανασχετούν ή καλύτερα αισθάνονται αδικημένοι... Ωστόσο, στην με... μαθηματική ακρίβεια οδηγούμενη φθορά του ποδοσφαίρου σε αγωνιστικό και επίπεδο θεάματος, οι ρομαντικοί της «στρογγυλής θεάς», βρίσκουν, εφευρίσκουν ή ακόμα -και- ανακαλύπτουν τρόπους, προκειμένου να βλέπουν το αγαπημένο τους άθλημα από διαφορετική σκοπιά.
Μία απ΄αυτές τις παραμέτρους είναι και το αγγλιστί αποκαλούμενο «groundhopping», που σε ελεύθερη μετάφραση στα ελληνικά θα μπορούσε να σημαίνει «επισκεψιμότητα σε διαφορετικά γήπεδα»... Πρόκειται για ένα φαινόμενο που άρχισε να παρατηρείται στις αρχές της δεκαετίας του 1970, κυρίως στην Αγγλία και αφού βρήκε εκφραστές και υποστηρικτές, έφτασε αρκετά διαδεδομένο στις μέρες μας. Κυρίως στην Μεγάλη Βρετανία, την Γερμανία, την Ολλανδία και το Βέλγιο. Οσοι ασχολούνται με το συγκεκριμένο -χόμπι θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε- αντικείμενο, φροντίζουν και προσπαθούν να διευρύνουν σε συχνή βάση τον κατάλογο με τα γήπεδα στα οποία έχουν βρεθεί διά ζώσης.
Μάλιστα, ορισμένοι από τους groundhoppers δημιούργησαν τον Ιούνιο του 1978 και τον πρώτο οργανωμένο χώρο, ονομάζοντας τον «92 club». Πρόκειται για έναν άτυπο σύλλογο, που έχει έδρα την Αγγλία και στην οποία κάθε groundhopper έχει την δυνατότητα να γνωστοποιεί την δραστηριότητα του, να ανταλλάσσει πληροφορίες και εμπειρίες για διάφορα γήπεδα που έχει -ή πρόκειται να- επισκεφθεί, ενώ διατηρείται και ένα σύστημα βαθμολόγησης για τα μέλη. Για παράδειγμα η επίσκεψη σ΄ένα γήπεδο, χωρίς ο groundhopper να παρακολουθήσει κάποιον αγώνα δεν λογίζεται. Επειδή όμως αρκετά συχνά, οι groundhoppers, βρίσκονται σε ένα γήπεδο χωρίς να δουν κάποια αναμέτρηση, δεν υπάρχει συγκεκριμένη και κοινά αποδεκτή βαθμολογία.
Τον Οκτώβριο του 1974 καθιερώθηκε ότι για να θεωρηθεί κάποιος σημαντικός groundhopper στην Αγγλία, θα έπρεπε να έχει βρεθεί και στα 92 γήπεδα των ομάδων που συμμετείχαν στις τέσσερις επαγγελματικές κατηγορίες του νησιού. Στις 12 Νοεμβρίου 1977, δύο φίλαθλοι της Κόλτσεστερ, επισκέφθηκαν το «Ashton Gate» στο Μπρίστολ, ολοκληρώνοντας την παρουσία τους στα συγκεκριμένα 92 γήπεδα, ενώ κάτι αντίστοιχο πέτυχε λίγο αργότερα ένας φίλος της Μπρίστολ Ρόβερς με την παρουσία του στο γήπεδο της Γουίμπελντον.
Ενας άλλος χώρος, στο οποίο δραστηριοποιούνται groundhoppers, είναι και η ιστοσελίδα «FootballFans.eu». Πρόκειται για έναν συνδρομητικό ιστοχώρο, μέσω του οποίου οι ενδιαφερόμενοι και συμμετέχοντες, μπορούν να μοιραστούν εμπειρίες, να δημιουργήσουν προσωπικό χώρο αναφέροντας τα γήπεδα που έχουν επισκεφθεί, να αναζητήσουν επικείμενους αγώνες παντού, να σχεδιάσουν και να προγραμματίσουν την χρονιά που έρχεται και να αναρτήσουν σε ηλεκτρονική μορφή αναμνηστικά από τις επισκέψεις τους.
Στην χώρα μας το groundhopping δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο. Και όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Κώστας ο «Μπλου», αυτό οφείλεται κυρίως στην διαφορά νοοτροπίας που έχουν ως λαός οι Ελληνες, σε σχέση με τους Βορειοευρωπαίους. Απολλωνιστής από τα «γεννοφάσκια» του, ο Κώστας είναι μία από τις χαρακτηριστικότερες φιγούρες της Ριζούπολης. Εχει... ξεχάσει από πότε πηγαίνει στο «Ριζέμπλεϊ» και με εξαίρεση ένα μικρό διάστημα υποχρεωτικής αποχής από τα κοινά, παρακολουθεί όπου παίζει την αγαπημένη του «ελαφρά ταξιαρχία». Ηταν παρών στο «έπος της Λιουμπλιάνας» όταν η «Απολλωνάρα» έπαιξε στο -τότε- κύπελλο UEFA, στον τελικό κυπέλλου με την ΑΕΚ, στην πρώτη πτώση από την Α` εθνική, σε όλη την καθοδική πορεία που έφτασε μέχρι το «χείλος» της Γ` κατηγορίας και φυσικά ζει από κοντά, τα τελευταία χρόνια και την προσπάθεια αναγέννησης του Απόλλωνα.
«Η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται»... αναπολεί ο «Μπλου»... «Πρώτη φορά που πήγα στο γήπεδο ήμουν οκτώ ετών και το ματς ήταν στην Χαλκίδα, με πήγαν κάποιοι φίλοι του πατέρα μου. Εκείνος δεν ασχολιόταν καθόλου με το ποδόσφαιρο. Επαιζε ο Ολυμπιακός τιμωρημένος με την Παναχαϊκή, νίκησε 3-0. Γεμάτο γήπεδο, εκδρομή ονειρεμένη με ψαρικά πριν το ματς. Θυμάμαι το καπέλο που φορούσε ο Κελεσίδης για τον ήλιο, στον Ολυμπιακό έπαιζε ο Ντέρεκ Σπενς»...
Και το ξετύλιγμα των αναμνήσεων συνεχίζεται... «Στα 19 μου πήγα για πρώτη φορά εκτός Αττικής, το 1988 στον Βόλο για τον Απόλλωνα. Χάσαμε 2-1, το γκολ ο Καραβέλης. Δύο χρόνια αργότερα, είμαι στην Ριζούπολη και κάποια στιγμή βλέπω έναν Αγγλο. Τον ρωτάω τι κάνεις εδώ και μου απαντάει ότι ζήτησε από τον ταξιτζή να τον πάει σ΄ένα γήπεδο Α` εθνικής. Στόχος του τότε, ήταν να κάνει το ...92 στα 92 στην Αγγλία. Τώρα πρέπει να το έχει καταφέρει... Από τότε έχουν περάσει 23 χρόνια... Αυτό ο Αγγλος μου έβαλε το μικρόβιο»...
Αν και δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία, ο Κώστας πρέπει να είναι μακράν ο κορυφαίος Ελληνας groundhopper και ίσως ένας από τους πρώτους σε όλην την Ευρώπη:
«Εχω πάει συνολικά σε 306 γήπεδα στην Ελλάδα και σε δέκα στο εξωτερικό. Σε όλα της Α` εθνικής, ενώ από την Β` εθνική δεν έχω πάει στην Κομοτηνή και από την Γ` κατηγορία, στην Φιλιπιάδα και στην Κρανούλα. Τα γήπεδα που έχω βρεθεί στο εξωτερικό, είναι τα εξής: Μπεζιγκραντ Λιουμπλιάνας, Ολυμπιακό Βερολίνου, Βαν Ντε Στόκ Βρυξελλών, Σαντιάγκο Μπερναμπέου, Βιθέντε Καλντερόν, Ολίμπικο Ρώμης, το παλιό Ντα Λουθ, Καμπ Νου, Εμιρεϊτς και Αζτέκα. Οι σημαντικότερες στιγμές για μένα, όλα αυτά τα χρόνια, ήταν όταν βρέθηκα στο Αζτέκα, λόγω των δύο τελικών χχχ και φυσικά της απόστασης και στην Λιουμπλιάνα, όπου είδα την αγαπημένη μου ομάδα στην Ευρώπη. Ακόμα δεν έχω κάνει το απόλυτο στα επαγγελματικά γήπεδα. Μου μένουν ακόμη δύο-τρία. Οταν τα δω και αυτά, επόμενος στόχος είναι όλα της Δ` εθνικής. Ευτυχώς μειώνονται οι όμιλοι και θα μπορέσω να το κάνω! Με 14 γήπεδα κάθε χρόνο μέσο όρο, καλά είναι... Εχω βρεθεί σε 48 αγώνες με τον Απόλλωνα εκτός Αττικής και τα υπόλοιπα είναι με τις γηπεδούχες ομάδες σε άσχετα ματς. Το ποδόσφαιρο παντού είναι το ίδιο, είτε τελικός τσάμπιονς λιγκ, είτε Γ` τοπικό, τα συναισθήματα ίδια είναι. Για να μην πω ότι με την εμπορευματοποίηση που επικρατεί στο επαγγελματικό επίπεδο, πιο έντονα νοιώθεις στο τοπικό. Πολλές φορές, οι φίλοι μου με κοροϊδεύουν... Αλλες μου λένε να γράψω ένα βιβλίο με τα ταξίδια που έχω κάνει. Προς το παρόν περιμένω την κλήρωση των πλέι οφ της Γ` εθνικής, να πάμε μαζί στην Αμφισσα»...
Οπως γίνεται εύκολα κατανοητό, για να ασχοληθείς με το groundhopping χρειάζεται απαραίτητα σημαντική δόση «τρέλας»... Ο Κώστας θυμήθηκε δύο από τα εκατοντάδες περιστατικά της ποδοσφαιρικής ζωής του, τα οποία έχουν την δική τους αξία... «Έμενα στην Μονεμβάσια και ο Απόλλωνας έπαιζε στην Κρήτη με τον Αγιο Νικόλαο για το κύπελλο. Πήγα με το αυτοκίνητο στην Αθήνα, πήρα το αεροπλάνο, έφτασα στην Κρήτη, είδα τον αγώνα και μόλις τελείωσε, ακολούθησα το αντίστροφο δρομολόγιο. Ηταν κουραστικό, αλλά υπέροχο», θυμάται ο Κώστας και συνεχίζει... «Ο Απόλλωνας έκανε προετοιμασία στο Πήλιο και έπαιζε το τελευταίο φιλικό με τον Ολυμπιακό Βόλου. Ενας άλλος τρελός με το ποδόσφαιρο, ο επονομαζόμενος Μπρου, ξεκίνησε από την Αθήνα με το «παπάκι» του, έφτασε στον Βόλο, είδε το ματς και γύρισε το ίδιο βράδυ»...
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δ.Ι.
Γυρνώντας τα γήπεδα της χώρας
Είναι καθολικά αποδεκτό ότι η πορεία, από πλευράς θεάματος, που ακολουθεί την τελευταία 20ετία το σύγχρονο ποδόσφαιρο, είναι πτωτική. Και η συγκεκριμένη διαπίστωση, δεν είναι απλά μία αιρετική άποψη, αλλά η πεποίθηση όσων πρόλαβαν να απολαύσουν αυτό το καταπληκτικό παιχνίδι μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Τότε που η μπάλα παιζόταν πάνω-κάτω, που ναι μεν κυριαρχούσαν τα συστήματα και η τακτική, χωρίς όμως να περιορίζουν το θέαμα.
Τότε που ο Ζινεντίν Ζιντάν, ο Ριβάλντο, ο Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο και άλλοι χαρισματικοί άσοι, είχαν την «πολυτέλεια» να κάνουν το κάτι παραπάνω. Μία ενέργεια και πολλές φορές περισσότερες, που καθήλωναν τους απανταχού ποδοσφαιρόφιλους, ανεξάρτητα από πεποιθήσεις. Ίσως οι σύγχρονοι νέοι να μην συμφωνούν με την -αλήθεια είναι- απαισιόδοξη άποψη ότι το ποδόσφαιρο φθίνει, τουλάχιστον σε ότι αφορά στις τέσσερις γραμμές- όμως εκείνοι που είδαν αγώνες, όπως αυτόν της Ιταλίας με την Βραζιλία για το χχχ του 1982 ή εκείνον της Γαλλίας με την Γερμανία για την ίδια διοργάνωση, έχουν διαφορετική άποψη.
Αν προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε την λαοφιλία του ποδοσφαίρου, η οποία παραμένει σε υψηλότατα επίπεδα, μία απάντηση μπορεί να σταθεί με ουσιαστικό νόημα. Το συγκεκριμένο παιχνίδι είναι εξαιρετικά προσιτό σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής διαβάθμισης. Αναλογικά με την οικονομική του κατάσταση, μπορεί να το παρακολουθήσει με την ίδια άνεση, ο μεροκαματιάρης της Χιλής και της Αργεντινής, ο χαμάλης της Αιγύπτου και της Συρίας, αλλά και η ...βασίλισσα Ελισσάβετ. Και η «μαγεία» που ταυτόχρονα αποτελεί και το μυστικό της λαοφιλίας, έγκειται στο γεγονός ότι είτε στο γήπεδο βρίσκονται ...δύο φίλαθλοι (που παρακολουθούν για παράδειγμα τον αγώνα Αχινός-Καραβόμυλος για το Γ` τοπικό της Φθιώτιδας), είτε 100.000 (που βλέπουν τα κλάσικο Μπαρτσελόνα-Ρεάλ και Μπόκα Τζούνιορς-Ρίβερ Πλέιτ) μπορούν να διαμορφώσουν άποψη και να ασκήσουν κριτική. Με την ίδια άνεση και χωρίς κόστος, εκτός από αυτό του ...εισιτηρίου!
Σήμερα, το ποδόσφαιρο, εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από την ταχυδύναμη, την φυσική κατάσταση και την σωματοδομή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Κυριάκος Παπαδόπουλος. Αυτός που σε ηλικία 15 ετών φάνηκε στις εγκαταστάσεις του Ρέντη με εικόνα τουλάχιστον 22χρονου. Γερό κορμί, ανοιχτές πλάτες, "γεμάτα" πόδια. Κι΄όμως αυτό το παιδί είχε μετρημένες συμμετοχές στην πρώτη ομάδα του Ολυμπιακού. Μέχρι που κάποιος τον εντόπισε για λογαριασμό της Σάλκε. Και μετά από ένα χρόνο, ο νεαρός Ελληνας τείνει να γίνει βασικός στην κυπελλούχο Γερμανίας, που παράλληλα έφτασε στα ημιτελικά του τσάμπιονς λιγκ και να μιλά γι΄αυτόν με τα καλύτερα λόγια, ένας από τους «τελευταίους των Μοϊκανών», ο θρυλικός Ραούλ.
Και επειδή ακριβώς το ποδόσφαιρο εξαρτάται από τα προαναφερόμενα προσόντα, έχουν εκλείψει οι «μάγοι» της μπάλας. Λείπουν από τα σημερινά γήπεδα ο Μαραντόνα, ο Ζιντάν, ο Χατζηπαναγής... Και μόλις εμφανισθεί κάποιος που «κάνει την μπάλα κομπολόι» όπως ο Μέσι και ο Κριστιάνο Ρονάλντο, συγκεντρώνουν πάνω τους τα φώτα και τον θαυμασμό, που συνοδεύονται από πολλά εκατομμύρια ευρώ. Και δικαιολογημένα ίσως, ο Πελέ, ο Ζαϊρζίνιο και ο «Βάσια» δυσανασχετούν ή καλύτερα αισθάνονται αδικημένοι... Ωστόσο, στην με... μαθηματική ακρίβεια οδηγούμενη φθορά του ποδοσφαίρου σε αγωνιστικό και επίπεδο θεάματος, οι ρομαντικοί της «στρογγυλής θεάς», βρίσκουν, εφευρίσκουν ή ακόμα -και- ανακαλύπτουν τρόπους, προκειμένου να βλέπουν το αγαπημένο τους άθλημα από διαφορετική σκοπιά.
Μία απ΄αυτές τις παραμέτρους είναι και το αγγλιστί αποκαλούμενο «groundhopping», που σε ελεύθερη μετάφραση στα ελληνικά θα μπορούσε να σημαίνει «επισκεψιμότητα σε διαφορετικά γήπεδα»... Πρόκειται για ένα φαινόμενο που άρχισε να παρατηρείται στις αρχές της δεκαετίας του 1970, κυρίως στην Αγγλία και αφού βρήκε εκφραστές και υποστηρικτές, έφτασε αρκετά διαδεδομένο στις μέρες μας. Κυρίως στην Μεγάλη Βρετανία, την Γερμανία, την Ολλανδία και το Βέλγιο. Οσοι ασχολούνται με το συγκεκριμένο -χόμπι θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε- αντικείμενο, φροντίζουν και προσπαθούν να διευρύνουν σε συχνή βάση τον κατάλογο με τα γήπεδα στα οποία έχουν βρεθεί διά ζώσης.
Μάλιστα, ορισμένοι από τους groundhoppers δημιούργησαν τον Ιούνιο του 1978 και τον πρώτο οργανωμένο χώρο, ονομάζοντας τον «92 club». Πρόκειται για έναν άτυπο σύλλογο, που έχει έδρα την Αγγλία και στην οποία κάθε groundhopper έχει την δυνατότητα να γνωστοποιεί την δραστηριότητα του, να ανταλλάσσει πληροφορίες και εμπειρίες για διάφορα γήπεδα που έχει -ή πρόκειται να- επισκεφθεί, ενώ διατηρείται και ένα σύστημα βαθμολόγησης για τα μέλη. Για παράδειγμα η επίσκεψη σ΄ένα γήπεδο, χωρίς ο groundhopper να παρακολουθήσει κάποιον αγώνα δεν λογίζεται. Επειδή όμως αρκετά συχνά, οι groundhoppers, βρίσκονται σε ένα γήπεδο χωρίς να δουν κάποια αναμέτρηση, δεν υπάρχει συγκεκριμένη και κοινά αποδεκτή βαθμολογία.
Τον Οκτώβριο του 1974 καθιερώθηκε ότι για να θεωρηθεί κάποιος σημαντικός groundhopper στην Αγγλία, θα έπρεπε να έχει βρεθεί και στα 92 γήπεδα των ομάδων που συμμετείχαν στις τέσσερις επαγγελματικές κατηγορίες του νησιού. Στις 12 Νοεμβρίου 1977, δύο φίλαθλοι της Κόλτσεστερ, επισκέφθηκαν το «Ashton Gate» στο Μπρίστολ, ολοκληρώνοντας την παρουσία τους στα συγκεκριμένα 92 γήπεδα, ενώ κάτι αντίστοιχο πέτυχε λίγο αργότερα ένας φίλος της Μπρίστολ Ρόβερς με την παρουσία του στο γήπεδο της Γουίμπελντον.
Ενας άλλος χώρος, στο οποίο δραστηριοποιούνται groundhoppers, είναι και η ιστοσελίδα «FootballFans.eu». Πρόκειται για έναν συνδρομητικό ιστοχώρο, μέσω του οποίου οι ενδιαφερόμενοι και συμμετέχοντες, μπορούν να μοιραστούν εμπειρίες, να δημιουργήσουν προσωπικό χώρο αναφέροντας τα γήπεδα που έχουν επισκεφθεί, να αναζητήσουν επικείμενους αγώνες παντού, να σχεδιάσουν και να προγραμματίσουν την χρονιά που έρχεται και να αναρτήσουν σε ηλεκτρονική μορφή αναμνηστικά από τις επισκέψεις τους.
Στην χώρα μας το groundhopping δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο. Και όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Κώστας ο «Μπλου», αυτό οφείλεται κυρίως στην διαφορά νοοτροπίας που έχουν ως λαός οι Ελληνες, σε σχέση με τους Βορειοευρωπαίους. Απολλωνιστής από τα «γεννοφάσκια» του, ο Κώστας είναι μία από τις χαρακτηριστικότερες φιγούρες της Ριζούπολης. Εχει... ξεχάσει από πότε πηγαίνει στο «Ριζέμπλεϊ» και με εξαίρεση ένα μικρό διάστημα υποχρεωτικής αποχής από τα κοινά, παρακολουθεί όπου παίζει την αγαπημένη του «ελαφρά ταξιαρχία». Ηταν παρών στο «έπος της Λιουμπλιάνας» όταν η «Απολλωνάρα» έπαιξε στο -τότε- κύπελλο UEFA, στον τελικό κυπέλλου με την ΑΕΚ, στην πρώτη πτώση από την Α` εθνική, σε όλη την καθοδική πορεία που έφτασε μέχρι το «χείλος» της Γ` κατηγορίας και φυσικά ζει από κοντά, τα τελευταία χρόνια και την προσπάθεια αναγέννησης του Απόλλωνα.
«Η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται»... αναπολεί ο «Μπλου»... «Πρώτη φορά που πήγα στο γήπεδο ήμουν οκτώ ετών και το ματς ήταν στην Χαλκίδα, με πήγαν κάποιοι φίλοι του πατέρα μου. Εκείνος δεν ασχολιόταν καθόλου με το ποδόσφαιρο. Επαιζε ο Ολυμπιακός τιμωρημένος με την Παναχαϊκή, νίκησε 3-0. Γεμάτο γήπεδο, εκδρομή ονειρεμένη με ψαρικά πριν το ματς. Θυμάμαι το καπέλο που φορούσε ο Κελεσίδης για τον ήλιο, στον Ολυμπιακό έπαιζε ο Ντέρεκ Σπενς»...
Και το ξετύλιγμα των αναμνήσεων συνεχίζεται... «Στα 19 μου πήγα για πρώτη φορά εκτός Αττικής, το 1988 στον Βόλο για τον Απόλλωνα. Χάσαμε 2-1, το γκολ ο Καραβέλης. Δύο χρόνια αργότερα, είμαι στην Ριζούπολη και κάποια στιγμή βλέπω έναν Αγγλο. Τον ρωτάω τι κάνεις εδώ και μου απαντάει ότι ζήτησε από τον ταξιτζή να τον πάει σ΄ένα γήπεδο Α` εθνικής. Στόχος του τότε, ήταν να κάνει το ...92 στα 92 στην Αγγλία. Τώρα πρέπει να το έχει καταφέρει... Από τότε έχουν περάσει 23 χρόνια... Αυτό ο Αγγλος μου έβαλε το μικρόβιο»...
Αν και δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία, ο Κώστας πρέπει να είναι μακράν ο κορυφαίος Ελληνας groundhopper και ίσως ένας από τους πρώτους σε όλην την Ευρώπη:
«Εχω πάει συνολικά σε 306 γήπεδα στην Ελλάδα και σε δέκα στο εξωτερικό. Σε όλα της Α` εθνικής, ενώ από την Β` εθνική δεν έχω πάει στην Κομοτηνή και από την Γ` κατηγορία, στην Φιλιπιάδα και στην Κρανούλα. Τα γήπεδα που έχω βρεθεί στο εξωτερικό, είναι τα εξής: Μπεζιγκραντ Λιουμπλιάνας, Ολυμπιακό Βερολίνου, Βαν Ντε Στόκ Βρυξελλών, Σαντιάγκο Μπερναμπέου, Βιθέντε Καλντερόν, Ολίμπικο Ρώμης, το παλιό Ντα Λουθ, Καμπ Νου, Εμιρεϊτς και Αζτέκα. Οι σημαντικότερες στιγμές για μένα, όλα αυτά τα χρόνια, ήταν όταν βρέθηκα στο Αζτέκα, λόγω των δύο τελικών χχχ και φυσικά της απόστασης και στην Λιουμπλιάνα, όπου είδα την αγαπημένη μου ομάδα στην Ευρώπη. Ακόμα δεν έχω κάνει το απόλυτο στα επαγγελματικά γήπεδα. Μου μένουν ακόμη δύο-τρία. Οταν τα δω και αυτά, επόμενος στόχος είναι όλα της Δ` εθνικής. Ευτυχώς μειώνονται οι όμιλοι και θα μπορέσω να το κάνω! Με 14 γήπεδα κάθε χρόνο μέσο όρο, καλά είναι... Εχω βρεθεί σε 48 αγώνες με τον Απόλλωνα εκτός Αττικής και τα υπόλοιπα είναι με τις γηπεδούχες ομάδες σε άσχετα ματς. Το ποδόσφαιρο παντού είναι το ίδιο, είτε τελικός τσάμπιονς λιγκ, είτε Γ` τοπικό, τα συναισθήματα ίδια είναι. Για να μην πω ότι με την εμπορευματοποίηση που επικρατεί στο επαγγελματικό επίπεδο, πιο έντονα νοιώθεις στο τοπικό. Πολλές φορές, οι φίλοι μου με κοροϊδεύουν... Αλλες μου λένε να γράψω ένα βιβλίο με τα ταξίδια που έχω κάνει. Προς το παρόν περιμένω την κλήρωση των πλέι οφ της Γ` εθνικής, να πάμε μαζί στην Αμφισσα»...
Οπως γίνεται εύκολα κατανοητό, για να ασχοληθείς με το groundhopping χρειάζεται απαραίτητα σημαντική δόση «τρέλας»... Ο Κώστας θυμήθηκε δύο από τα εκατοντάδες περιστατικά της ποδοσφαιρικής ζωής του, τα οποία έχουν την δική τους αξία... «Έμενα στην Μονεμβάσια και ο Απόλλωνας έπαιζε στην Κρήτη με τον Αγιο Νικόλαο για το κύπελλο. Πήγα με το αυτοκίνητο στην Αθήνα, πήρα το αεροπλάνο, έφτασα στην Κρήτη, είδα τον αγώνα και μόλις τελείωσε, ακολούθησα το αντίστροφο δρομολόγιο. Ηταν κουραστικό, αλλά υπέροχο», θυμάται ο Κώστας και συνεχίζει... «Ο Απόλλωνας έκανε προετοιμασία στο Πήλιο και έπαιζε το τελευταίο φιλικό με τον Ολυμπιακό Βόλου. Ενας άλλος τρελός με το ποδόσφαιρο, ο επονομαζόμενος Μπρου, ξεκίνησε από την Αθήνα με το «παπάκι» του, έφτασε στον Βόλο, είδε το ματς και γύρισε το ίδιο βράδυ»...
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δ.Ι.